Παρασκευή 3 Φεβρουαρίου 2012

Εκκλησίες της πόλης

Ο ΜΕΓΑΛΟΠΡΕΠΗΣ ΝΑΟΣ ΤΗΣ ΑΓΙΑΣ ΣΟΦΙΑΣ


Ο καθεδρικός ναός της Αγίας Σοφίας είναι η μεγαλύτερη και η πιο μεγαλοπρεπής εκκλησία στην εντός των τειχών πόλη της Λευκωσίας, καθώς και η σημαντικότερη φράγκικη κατασκευή στο νησί, με το σχέδιο και το διάκοσμο τηςνα αντικατοπτρίζουν την ιστορία της μεσαιωνικής Κύπρου. Αντίθετα από την κοινή αντίληψη, ο ναός δεν είναι αφιερωμένος σε κάποια Αγία με το όνομα Σοφία, αλλά στην Αγία Του Θεού Σοφία, στην οποία είναι αφιερωμένες και οι ομώνυμες εκκλησίες στην Κωνσταντινούπολη, τη Σόφια, το Κίεβο, το Νόβγκοροντ, την Τραπεζούντα, τη Νίκαια, τη Θεσσαλονίκη και το Στρόβολο.

Στο χώρο της Αγίας Σοφίας, υπήρχε παλαιότερα βυζαντινή εκκλησία, η οποία κτίστηκε στη θέση ρωμαϊκού ναού. Μετά την άφιξη των Λουζινιανών, το 1192,  την αποκλειστική χρήση του ναού απέκτησε η Λατινική Εκκλησία. Το 1209, ο Αρχιεπίσκοπος Thierry προσκάλεσε την Alix de Champagne, μετέπειτα σύζυγο του βασιλιά Ερρίκου Α', για να καταθέσει το θεμέλιο λίθο του σημερινού ναού, που κτίστηκε πάνω από τον βυζαντινό. Την περίοδο 1217 - 1250 εντάθηκαν οι προσπάθειες εξασφάλισης οικονομικών πόρων για την ανέγερση του ναού από τον Αρχιεπίσκοπο Eustorge de Montaigu. Οι καλλιτέχνες που συνόδευσαν το βασιλιά της Γαλλίας Λουδοβίκο Θ', κατά την επίσκεψη του μεταξύ 1248 - 1249, φαίνεται ότι εργάστηκαν επισης για τα σχέδια και το διάκοσμο της εκκλησίας.

Ο ναός υπέστη ζημιές από σεισμούς (1222, 1267, 1303) και από την επίθεση των Λογγοβάρδων (1232). Επί Αρχιεπισκόπου Ugo di Faciano (1251 - 1261), εδώ άρχισαν να εκκλησιάζονται οι Ελληνορθόδοξοι που ακολουθούσαν το Λατινικό τυπικό, ενώ επίσημα ορίστηκε ως καθεδρικός ναός με την Bulla Cypria το 1260. Ο Αρχιεπίσκοπος Giovanni del Conte (1312 - 1332) φρόντισε για τον τελικό γοτθικό χαρακτήρα του ναού, με έντονες επιρροές από τη Notre Dame του Παρισιού και το αββαείο του Pontigny, την επιβλητική πρόσοψη και την οροφή, χρώματος βαθύ μπλε με αστέρια. Υπάρχουν 5 παρεκκλήσια: στα βόρεια το διπλό παρεκκλήσι του Αγίου Νικολάου, ενώ στα νότια τα παρεκκλήσια των Κυριών, του Αγίου Φραγκίσκου και του Αγίου Θωμά του Ακινήτη.

Στέψη βασιλέων

Το 1324, ο νέος βασιλιάς, Ούγος Δ', στέφεται στον καθεδρικό ναό της Αγίας Σοφίας. Έκτοτε, οι Λουζινιανοί στέφονταν βασιλείς της Κύπρου στην Αγία Σοφία και στη συνέχεια βασιλείς της Ιερουσαλήμ στον καθεδρικό ναό του Αγίου Νικολάου στην Αμμόχωστο. Ο καθαγιασμός του ναού έγινε στις 4 Νοεμβρίου 1326. Το 1347, ο Πάπας Κλήμης Δ' εξέδωσε βούλλα για επισκευή και αποπεράτωση του ναού, ωστόσο συνέχισε η σταδιακή οικοδόμηση του χωρίς να ολοκληρωθεί, για περισσότερο από ένα αιώνα. Η Αγία Σοφία κτίστηκε εξ' ολοκλήρου από πουρόπετρα του Πενταδακτύλου, ενώ για το διάκοσμο χρησιμοποιήθηκε πεντελικό μάρμαρο από παλαιότερα οικοδομήματα της πόλης. Ο περίτεχνος γλυπτός διάκοσμος, έργο ντόπιων τεχνιτών, απεικονίζει εκκλησιαστικές, βιβλικές και βασιλικές μορφές. Το όλο οικοδόμημα ήταν ο μεγαλύτερος λατινικός ναός του Λεβάντε, με διαστάσεις 66 m σε μήκος Χ 24.5 m σε πλάτος και 21 m σε ύψος. Στηρίζεται σε 16 κολώνες, τέσσερεις εκ των οποίων μεταφέρθηκαν από τη Σαλαμίνα.


Η Αγία Σοφία υπήρξε μάρτυρας των ιστορικών στιγμών της Λευκωσίας, τον Νοέμβριο του 1330, όταν κατέφυγε εκεί ο λαός για να γλυτώσει απότη μεγάλη πλημμύρα του Πεδιαίου, το 1359, όταν οι Ελληνορθόδοξοι προσπάθησαν να πυρπολήσουν τις θύρες της Αγίας Σοφίας, καθώς ο λεγάτος του Πάπα περιμάζεψε τους ελληνορθόδοξους ιερείς στο ναό και προσπάθησε να τους επιβάλλει την υποταγή στη Λατινική Εκκλησία, το 1374, όταν οι επιδρομείς Γενουάτες έκαψαν και λεηλάτησαν την Αγία Σοφία, το 1396, όταν στέφθηκε βασιλιάς της Αρμενίας εδώ ο Ιάκωβος Α', το 1426, όταν οι Μαμελούκοι της Αιγύπτου έκαψαν μέρος της Αγίας Σοφίας, το οποίο όμως επιδιόρθωσε ο Ιωάννης Β' για τη στέψη του το 1432, το 1491, 1547 και 1735, όταν μέρος του ναού υπέστη ζημιές από σεισμούς.

Προσθήκες και αναστήλωση

Κατά το 14ο αιώνα κτίστηκε το διόρωφο Chapter House (Διασκεπτήριο κληρικών) στα νοτιοανατολικά του ναού, το οποίο χρησιμοποιείτο οι Λατίνοι ιερείς για τις διάφορες συγκεντρώσεις τους.Το 15ο αιώνα, στα νοτιοδυτικά της Αγίας Σοφίας ανεγέρθη ο ναός της Παναγίας Οδηγήτριας, ο οποίος κατά την περίοδο της Λατινοκρατίας ήταν ο ελληνορθόδοξος καθεδρικός ναός, επί τουρκοκρατίας μετατράπηκε σε αγορά (το περίφημο Μπετεστάν), ενώ κατά την Αγγλοκρατία  χρησίμευε ως αποθήκη σιταριού. Στα βόρεια της Αγίας Σοφίας ανεγέρθη η Λατινική Αρχιεπισκοπή περί το 1250 και ξανακτίστηκε το 1329, ενώ οι οθωμανοί κατακτητές ανοικοδόμησαν τους πάνω ορόφους για χρήση ως οικία του Αρχικαδή.

Το 1564 - 1565 έγινε μια γενική αναστήλωση του ναού, ενώ σε σχέση με τα φραγκικά τείχη της Λευκωσίας, βρισκόταν στο βόρειο μέρος της πόλης, το οποίο τότε χωριζόταν από τον ποταμό Πεδιαίο, του οποίου τον ρουν ανέτρεψαν οι Βενετοί το 1567, με την ανέγερση των ενετικών τειχών, η Αγία Σοφία βρέθηκε σχεδόν στο κέντρο. Ωστόσο, η αίγλη της δεν διήρκεσε και πολύ, αφού στις 22 Ιουλίου 1570 εμφανίστηκε από τους λόφους της Αγίας Μαρίνας, του Αγίου Γεωργίου και της Μάνιας ο πολυάριθμος και πάνοπλος οθωμανικός στρατός υπό τη διοίκηση του Πιαλέ Πασά. Παρά τη σκληρή αντίσταση των υπερασπιστών της πόλης, οι οθωμανοί πολιορκητές απέκοψαν την παροχή νερού της τάφρου, προσέγγισαν τα τείχη και ανέγειραν πρόχειρες κατασκευές. Το μεσημέρι της 9ης Σεπτεμβρίου 1570, ένας Τούρκος μπαϊρακτάρης (σημαιοφόρος) ανέβηκε στον προμαχώνα Κωστάντζα (εκεί που βρίσκονται σήμερα ο δημοτικός χώρος στάθμευσης και το περίπτερο "ΟΧΙ"), ακολουθούμενος από πολλούς γενίτσαρους, η πόλις εάλω! Για την ιστορία, ο μπαϊρακτάρης σκοτώθηκε επί τόπου από τους υπερασπιστές της πόλης και στη μνήμη του ανεγέρθη το γνωστό τέμενος Μπαϊρακτάρη (μεταξύ του χώρου στάθμευσης, του περιπτέρου Κωστάντζα και του περιπτέρου ΟΧΙ).

Σφαγή και λεηλασία

Οι πορθητές της πόλης επιδόθηκαν σε ένα ανελέητο μακελειό, κατασφάζοντας όσους έβρισκαν στο διάβα τους και αιχμαλωτίζοντας αρκετούς. Ολόκληρος ο πλυθησμός που είχε συγκεντρωθεί στον καθεδρικό ναό της Αγίας Σοφίας σφαγιάστηκε, αφού οι κατακτητές κατάφεραν να σπάσουν τις μανταλωμένες θύρες της. Μετά από 7 μέρες λεηλασιών και 20.000 νεκρούς, άρχισε ο εξοθωμανισμός της πόλης. Την Παρασκευή 15 Αυγούστου 1570, ο Λαλά Μουσταφά Πασάς προσευχήθηκε στο ναό και κι έτσι τον ονόμασαν τέμενος Αγίας Σοφίας. Ο εσωτερικός διάκοσμος καταστράφηκε θεωρούμενος ως προσβολή για το Ισλάμ, το εσωτερικό βάφτηκε λευκό και οι μεσαιωνικές ταφόπλακες χρησιμοποιήθηκαν ως δάπεδο, το οποίο καλύφθηκε με ένα τεράστιο κόκκινο χαλί. Το 1571 προστέθηκαν στα ατελή καμπαναριά οι δύο δίδυμοι μιναρέδες, ύψους 49 m, ενώ στην αυλή προστέθηκε μια μεγάλη κρήνη κάθαρσης. Την ίδια εποχή προστέθηκε κι ένα μιχραπ - δείκτης της Μέκκας - στη θέση του παρεκκλησίου του Αγίου Φραγκίσκου.

Μετατροπή σε τέμενος

Η είσοδος στην Αγία Σοφία απαγορευόταν για όλους τους Χριστιανούς μέχρι και τις αρχές του 19ου αιώνα. Το 1873, στα ανατολικά του ναού κατασκευάστηκε η θύρα Αζιζιέ, με το μονόγραμμα του Σουλτάνου  Αμπντούλ Αζίζ, ενώ το 1903 έγινε μια ανακαίνιση από το Εβκαφ και μια συντήρηση μεταξύ 1947 - 1951. Παλαιότερα, ο μουεζίνης ανέβαινε καθημερινά τα 170 σκαλοπάτια του μιναρέ για να καλέσει τους μουσουλμάνους πιστούς σε προσευχή πέντε φορές την ημέρα, μέχρι που από τις 12 Μαϊου 1949 το "Αλλάχ ακμπαρ" άρχισε να μεταδίδεται από τα μεγάφωνα. Στις 13 Αυγύστου 1954 ο Μουφτής ανακοίνωσε την αλλαγή του ονόματος του τεμένους από "τέμενος Αγίας Σοφίας" σε "τέμενος Σελίμιγιε", προς τιμήν του Σουλτάνου Σελίμ Β' (1566 - 1574), επί εποχής του οποίου οι Οθωμανοί κατέλαβαν την Κύπρο.

Κατά τα αιματηρά γεγονότα της τουρκοκυπριακής ανταρσίας του 1963 - 1964, η Αγία Σοφία βρέθηκε στο βόρειο τμήμα της πόλης, το οποίο ελεγχόταν από τους Τουρκοκύπριους εξτρεμιστές. Με την τουρκική εισβολή της 20ης Ιουλίου 1974 βρέθηκε, πλέον, κάτω από τον προσωρινό, παράνομο έλεγχο της Άγκυρας και έκτοτε στενάζει κάτω από τους Αττίλες και τις δύο σημαίες που "στολίζουν" την είσοδο της. Μαζί με τον πύργο Μαγκλή (νυν πύργο Σιακόλα), θεωρείται ακόμη το ψηλότερο οικοδόμημα της πρωτεύουσας και δεσπόζει του τοπίου της ημικατεχόμενης Λευκωσίας.

Το ψηλότερο κτίριο στην εντός των τειχών πόλη

Το ψηλότερο οικοδόμημα της εντός των τειχών Λευκωσίας αναφέρεται από όλους τους περιηγητές και ξεχωρίζει στα σχέδια και τις γκραβούρες τους. Τοποθετημένη στο επίκεντρο του λευκωσιάτικου παζαριού και όντας το μεγαλύτερο και σημαντικότερο μωαμεθανικό κέντρο λατρείας στη Λευκωσία, γύρω από την Αγία Σοφία κατοικούσε η οθωμανική αυτοκρατορία και η ομώνυμη ενορία ήταν η μεγαλύτερη από τις ενορίες της πόλης. Στα δυτικά της εκκλησίας κτίστηκε ένα μεντρεσσέ (θεολογική σχολή), που το 1829 ξανακτίστηκε ως βιβλιοθήκη με τους χαρακτηριστικούς λευκούς τρούλλους, με εντολή του Σουλτάνου Μαχμούτ Β'. Πιο ανατολικά βρίσκεται το μουσείο του Τζέφρυ, γνωστό και ως Lapidary Museum (Μουσείο αρχιτεκτονικών μελών), ένα χαριτωμένο κτίριο του 15ου αιώνα.

Το πιο πάνω κείμενο ανήκει στον Αλέξανδρο - Μιχαήλ Χατζηλύρα και αναδημοσιεύθηκε από την πρώτη του δημοσίευση στο περιοδικό "Πρωτεύουσα", τον Νοέμβριο του 2010.

Δεν υπάρχουν σχόλια: